Το δόγμα της « ψυχικής πίεσης» μέσα από το δίκαιο των συμβάσεων

Το δόγμα της «Ψυχικής Πίεσης» μέσα από το Δίκαιο των Συμβάσεων

Σύμφωνα με το άρθρο 16 Κεφ. 149, σύμβαση θεωρείται ότι συνάφθηκε συνεπεία «ψυχικής πίεσης», όταν απουσιάζει η ελεύθερη βούληση (άρθρο 14 Κεφ. 149) και το ένα μέρος αποκτά αθέμιτο όφελος έναντι του άλλου. Για να μπορέσει κάποιος να επικαλεστεί το δόγμα της ψυχικής πίεσης, θα πρέπει οι σχέσεις μεταξύ των αντισυμβαλλομένων μερών, να χαρακτηρίζονται από αδιαμφισβήτητη κυριαρχία, της θέλησης του ενός, επί της θέλησης του άλλου (Τεκμήριο Κυριαρχίας). Τέτοιου είδους σχέσεις δύνανται να προκύψουν όταν η σχέση μεταξύ των μερών εδράζεται στην αμοιβαία εμπιστοσύνη ή όταν το ένα μέρος λόγω της κυρίαρχης θέσης του, δύναται να ασκεί προφανή εξουσία, επί της θέλησης του άλλου μέρους.

Στην πιο πάνω κατηγορία, εμπίπτουν οι εξής σχέσεις: Εργοδότη/υπαλλήλου, Δικηγόρου/πελάτου, Ιατρού/ασθενούς, Πνευματικού/πιστού, Γονέα/τέκνου, Καταπιστευματοδόχου/δικαιούχου.

Όταν εγείρεται ισχυρισμός για «ψυχική πίεση», το βάρος απόδειξης μεταφέρεται στους ώμους του εναγομένου και όχι του ενάγοντος, σε αντίθεση δηλαδή με ότι ισχύει στις αστικής φύσεως υποθέσεις. Όταν δηλαδή, σε μια σχέση ενυπάρχει το τεκμήριο της κυριαρχίας και η σύμβαση είναι επαχθής για το ένα μέρος, το βάρος απόδειξης, για να καταλήξουμε εάν υπήρξε ή όχι ψυχική πίεση, μεταφέρεται στους ώμους του εναγομένου.

Στην υπόθεση Μιχαήλ Κεφάλας ν. Μυριάνθης Κυριάκου Νικόλα, Πολιτική Έφεση Αρ. 10539, 17 Ιουλίου 2000, το Ανώτατο Δικαστήριο συμφώνησε με το Πρωτόδικο και ακύρωσε δωρεά, επειδή οι εφεσείοντες απέτυχαν να αποδείξουν ότι η μεταβίβαση του ακινήτου ήταν το αποτέλεσμα της ελεύθερης βούλησης της εφεσίβλητης.

Ψυχική πίεση δύναται να ασκείται και μέσα από άλλες μορφές σχέσεων, στις οποίες οι ρόλοι δεν είναι πάντοτε ξεκάθαροι και άρα δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με βεβαιότητα, ποιο από τα δύο μέρη κατέχει κυρίαρχη θέση. Θα πρέπει να αναφέρουμε ότι αυτή η κατηγορία σχέσεων, πηγάζει από τη νομολογία και δεν έχει ακόμη κωδικοποιηθεί.

Σε αυτή την κατηγορία σχέσεων, εμπίπτουν οι σχέσεις μεταξύ συζύγων. Οι τελευταίες, δεν ενεργοποιούν αυτόματα το τεκμήριο της κυριαρχίας, ενδέχεται όμως ο ένας σύζυγος να ασκεί κυριαρχία επί της θέλησης του άλλου. Για παράδειγμα, υπήρχαν πολλές περιπτώσεις όπου οι γυναίκες σύζυγοι εγγυούνταν τα δάνεια των συζύγων τους και αργότερα επικαλούνταν το δόγμα της «ψυχικής πίεσης», για να ακυρώσουν μια σύμβαση.

Στην υπόθεση Lloyds Bank ν. Bundy (1975), ένας αγρότης αποφάσισε να εγγυηθεί την εταιρεία του υιού του. Ο αγρότης πείσθηκε να υποθηκεύσει όλη του την περιουσία του, μετά από συνεχείς παροτρύνσεις και/ή συμβουλές του τραπεζίτη του, τον οποίο γνώριζε χρόνια και εμπιστευόταν. Το Δικαστήριο δικαίωσε τον ενάγοντα, αφού έκρινε ότι η μακροχρόνια σχέση που είχε αναπτύξει ο εγγυητής με το πιστωτικό ίδρυμα, ήταν σχέση εμπιστοσύνης. Το Δικαστήριο ανέφερε μεταξύ άλλων, ότι η τράπεζα, ασκώντας «ψυχική πίεση» στον εγγυητή, εκμεταλλεύτηκε αυτή την σχέση εμπιστοσύνης, προς ίδιον όφελος της.

Τα Κυπριακά Δικαστήρια έχουν πολλές φορές ερμηνεύσει τις πρόνοιες του άρθρου 16 Κεφ. 149:

Στην υπόθεση Ιωάννου Αρέστης Μιχαήλ ν. Άννας Χαραλαμπίδου, (1998) 1 Α.Α.Δ. 555, το Ανώτατο επικύρωσε την απόφαση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου, με την οποία κρίθηκε ως άκυρη η δωρεά ακινήτου από την σύζυγο, επειδή η μεταβίβαση ήταν το αποτέλεσμα άσκησης ψυχικής πίεσης.

Στις περιπτώσεις, όπου εμπλέκονται σχέσεις συζύγων και/ή φίλων και/ή τράπεζας/πελάτου, το βάρος απόδειξης παραμένει στους ώμους του ενάγοντος.

Τέλος, όπως συχνά έχει αναφερθεί και από τα Δικαστήρια μας, η εφαρμογή του δόγματος της ψυχικής πίεσης έχει ως σκοπό να διασφαλίσει ότι δεν επιτρέπεται σε κανένα πρόσωπο να κρατήσει το όφελος του δικού του δόλου ή της παράνομης πράξης του. Επιπλέον, το δόγμα καλύπτει όχι μόνο τις περιπτώσεις άμεσου εξαναγκασμού αλλά και όλες τις περιπτώσεις, όπου επιδιώκεται η κατάχρηση της εμπιστοσύνης που αποκτάται και/ή προδίδεται η εμπιστοσύνη των μερών.

Θεοχαρίδης Κ. Αναστάσης