Άρθρο 83 του συντάγματος κδ και εγειρόμενα ζητήματα περί άρσεως ασυλίας βουλευτού

Άρθρο 83 του Συντάγματος ΚΔ και εγειρόμενα ζητήματα περί άρσεως ασυλίας Βουλευτού

Επειδή ολοένα και πληθαίνουν οι καταγγελίες εναντίον μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων και επειδή θεωρούμε ότι όλο και πιο συχνά η κοινή γνώμη θα απασχολείται με τέτοιου είδους ζητήματα, επιβάλλεται όπως παρουσιάσουμε συνοπτικά το συνταγματικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο η Κυπριακή Δικαιοσύνη καλείται να επιληφθεί τέτοιων θεμάτων.

Η νομολογία μας, παλαιότερα αλλά και προσφάτως, ερμήνευσε αυθεντικά τις πρόνοιες του Άρθρου 83 του Συντάγματος και έθεσε τις κατευθυντήριες γραμμές, στις περιπτώσεις όπου ανακύπτει ζήτημα άρσεως ασυλίας Βουλευτού. Στην σχετική με το θέμα υπόθεση (βλ. Georghiou v. Republic (1984) 2 C.L.R. 65), τονίσθηκε ότι πρωταρχικός στόχος των προνοιών του άρθρου 83.2, είναι η αποφυγή κάθε ενέργειας, που τείνει να θέσει σε κίνδυνο την ασυλία ενός βουλευτού και άρα να τον εμποδίσει από την απρόσκοπτη άσκηση των καθηκόντων του. Σύμφωνα λοιπόν με αυτή την ερμηνευτική προσέγγιση, καθίσταται ξεκάθαρο ότι καμία ποινική δίωξη δύναται να δρομολογηθεί, χωρίς την προηγούμενη άδεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Κατά αυτόν τον τρόπο διασφαλίζεται η απρόσκοπτη άσκηση των βουλευτικών καθηκόντων. Στις περιπτώσεις όπου ο Γενικός Εισαγγελέας αποφασίζει να απευθυνθεί προς το Ανώτατο Δικαστήριο και να αιτηθεί άρση της ασυλίας βουλευτού, το Ανώτατο καλείται στο πρώιμο αυτό στάδιο, να εξετάσει το αίτημα αντικειμενικά (εκ πρώτης όψεως) και να μην υπεισέλθει σε λεπτομέρειες (π.χ. ποιοτική αξιολόγηση της μαρτυρίας που βρίσκεται ενώπιον του).

Σύμφωνα με την πάγια θέση της νομολογίας μας αλλά και του συνταγματικού νομοθέτη, τυχόν καταδίκη Βουλευτού για αδίκημα που ενέχει στοιχεία ανεντιμότητας και ηθικής αισχρότητας, οδηγεί αυτόματα στην κένωση της βουλευτικής έδρας (Άρθρα 71(γ), 64(γ) του Συντάγματος). Από εκείνη την στιγμή και μετέπειτα, δεν εφαρμόζονται οι πρόνοιες του άρθρου 83.2 και επομένως δεν χρειάζεται η άδεια του Ανωτάτου για εκτέλεση καταδικαστικής απόφασης εναντίον Βουλευτού, η οποία ενδεχομένως να επισύρει και ποινή φυλάκισης.

Θα πρέπει επίσης να τονίσουμε, ότι όταν ζητείται άρση της ασυλίας Βουλευτού, με σκοπό να διερευνηθούν αδικήματα, και στη συνέχεια να καταχωρηθούν ποινικές διώξεις εναντίον του, τα αδικήματα αυτά θα πρέπει να εμπίπτουν στην κατηγορία των αδικημάτων διαφθοράς, τα οποία ενέχουν στοιχεία ανεντιμότητας και ηθικής αισχρότητας. Όπως ήδη καταγράφηκε και πιο πάνω, σε περίπτωση καταδίκης Βουλευτού, η βουλευτική του έδρα θα κενωθεί, σύμφωνα με τις συνταγματικές επιταγές του Άρθρου 71(γ).

Στην υπόθεση Georghiou, το Ανώτατο κατέληξε στο συμπέρασμα, ότι παράγοντες όπως, η σοβαρότητα των κατ’ ισχυρισμό αδικημάτων, οι συνθήκες υπό τις οποίες αυτά διεπράχθησαν, καθώς και το κατά πόσον τα κατ’ ισχυρισμό αδικήματα συνδέονται με την βουλευτική ιδιότητα και/ή ήταν αποτέλεσμα αυτής, κρίνονται ως καθοριστικής σημασίας.

Οι πρόνοιες του άρθρου 83 του Συντάγματος, αναδεικνύουν επίσης την επιτακτική υποχρέωση της Πολιτείας για προστασία του δημοσίου συμφέροντος. Με άλλα λόγια, στις περιπτώσεις όπου ζητείται άρση της ασυλίας Βουλευτού, το Ανώτατο θα πρέπει να αξιολογήσει κατά πόσον μια τέτοια ενέργεια, δύναται να εξυπηρετήσει, από την μια το γενικό και από την άλλη το ειδικό δημόσιο συμφέρον.

Όσον αφορά το γενικό δημόσιο συμφέρον, αυτό επιβάλλει όπως ποινικά αδικήματα εξετάζονται και/ή οδηγούνται ενώπιον της δικαιοσύνης, το συντομότερο δυνατό. Το ειδικό δημόσιο συμφέρον, επιβάλλει όπως απολέσουν την έδρα τους Μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων, αν αποδειχτεί ότι εμπλέκονταν στη διάπραξη ποινικών αδικημάτων, που ενέχουν το στοιχείο της ανεντιμότητας και της ηθικής αισχρότητας. Η πιο πάνω διαπίστωση βρίσκεται σε πλήρη συνάρτηση με τις επιταγές του άρθρου 71(γ) του Συντάγματος, για κένωση βουλευτικής έδρας, εφόσον δεν θα ήτο δυνατό, η ασυλία οποία κατοχυρώνεται από το Άρθρο 83 του Συντάγματος, να ακυρώνει και/ή εξουδετερώνει έτερες συνταγματικές πρόνοιες.

Τέλος, θα πρέπει να ανατρέξουμε και πάλι στη νομολογία μας και να λάβουμε καθοδήγηση αναφορικά με τα ξεχωριστά στάδια της ποινικής διαδικασίας και κατά πόσον χρειάζεται κάθε φορά η άδεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, όταν ποινική δίωξη αφορά μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων. Πιο συγκριμένα, στην υπόθεση Georghiou, η Ολομέλεια του Ανωτάτου είχε εμφαντικά τονίσει ότι «……ενώ η άδεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου μπορεί να δοθεί στην κατάλληλη περίπτωση με αναφορά σε συγκεκριμένα στάδια της δίωξης, αυτό δεν αποτελεί πάντοτε τον κανόνα. Ανάλογα με το υλικό που τίθεται ενώπιον του Δικαστηρίου, όταν επιδιώκεται η άδεια για δίωξη στα πλαίσια του Άρθρου 83.2 του Συντάγματος, η άδεια αυτή μπορεί να δοθεί κατά συνταγματικό τρόπο ώστε να καλύπτει όλα τα επάλληλα στάδια, από τη λήψη ανακριτικής κατάθεσης μέχρι τη δίκη, χωρίς να χρειάζεται ενδιάμεσα να λαμβάνεται κάθε φορά η άδεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου».

Θεοχαρίδης Κ. Αναστάσης

Πηγή:

ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΓΙΑ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΣΗ ΤΗΣ ΑΣΥΛΙΑΣ ΒΟΥΛΕΥΤΗ ΓΙΑ ΣΚΟΠΟΥΣ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΚΑΙ/Ή ΔΙΩΞΗΣ ΚΑΙ/Ή ΦΥΛΑΚΙΣΗΣ ν. ΦΕΙΔΙΑ ΣΑΡΙΚΑ, ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 1/2014, 9/2/2015